«Όσο πιο μεγάλο είναι το ψέμα, τόσο πιο εύκολα είναι πιστευτό»,
σύμφωνα με τη σχολή Γκέμπελς και στον ΣΥΡΙΖΑ το γνωρίζουν καλά. Τόσο
καλά που δεν διστάζουν, τόσο προεκλογικά όσο και τώρα, να τάζουν «λαγούς
με πετραχήλια».
Έτσι έγινε και με το «πιασάρικο» θέμα της διαγραφής χρεών που έχουν
τα νοικοκυριά και οι επιχειρήσεις στις τράπεζες, το οποίο ο ΣΥΡΙΖΑ το
κάνει σημαία του και ζητά οριζόντια διαγραφή μέρους των δανείων.
Καλά όλα αυτά, αυτό που δεν λέει όμως είναι ο… λογαριασμός. Αυτός που
εμείς θα πληρώσουμε και όχι κάποιος άλλος. Δηλαδή τα 50 δις ευρώ που
αντιστοιχούν σ΄ αυτό που προτείνει ο ΣΥΡΙΖΑ, αφού τόση θα είναι η ζημιά
που θα υποστούν, κεφάλαια που πρέπει να βρεθούν από κάπου…
Δεδομένου ότι οι ελληνικές τράπεζες ανακεφαλαιοποιούνται κατά 50 δις
από το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (διαδικασία που βρίσκεται
σε εξέλιξη) είναι απορίας άξιον που θα
βρεθούν άλλα 50 δις για
ικανοποιηθούν οι προτάσεις ΣΥΡΙΖΑ…
Πάντως, μια τέτοια απόφαση, θα συνεπαγόταν ισόποσες ζημιές στους
ισολογισμούς των πιστωτικών ιδρυμάτων και, κατά συνέπεια, περαιτέρω
μείωση της κεφαλαιακής τους επάρκειας. Η ζημία θα βάρυνε τους καταθέτες
και τους μετόχους τους, ο κυριότερος εκ των οποίων θα είναι πλέον, για
τα περισσότερα ελληνικά πιστωτικά ιδρύματα, το ΤΧΣ, δηλαδή τελικά το
Ελληνικό Δημόσιο.
Το ποσό των 50 δις που μπορεί να είναι και μεγαλύτερο το εκτίμησε ο
γενικός γραμματέας της Ελληνικής Ένωσης Τραπεζών και καθηγητής του
Παντείου Πανεπιστήμιου κ. Χρήστος Γκόρτσος, κατά τη διάρκεια της
διαβούλευσης με κοινωνικούς εταίρους που έλαβε χώρα στην Βουλή. Αυτό
που είπε είναι ότι σε μια τέτοια περίπτωση οι τράπεζες θα έπρεπε να πάνε
και σε νέα ανακεφαλαιοποίηση, αναζητώντας επιπλέον κεφάλαια 50 δισ.
ευρώ από τους Ευρωπαίους εταίρους μας και το ΔΝΤ, χωρίς να είναι
δεδομένο ότι θα τα εξασφάλιζαν.
Ο γενικός γραμματέας της Ένωσης προσπάθησε να εξηγήσει στην αξιωματική αντιπολίτευση τους λόγους για τους οποίους μία οριζόντια διαγραφή των τραπεζικών δανείων θα επιβαρύνει τους συνεπείς δανειολήπτες, θα μπορούσε να προκαλέσει αστάθεια στο τραπεζικό σύστημα, ενώ το χρέος θα κινδύνευε να καταστεί μη βιώσιμο.
«Οποιαδήποτε περικοπή του τραπεζικού χρέους του ιδιωτικού τομέα -δηλαδή τα δάνεια που έχουν λάβει νοικοκυριά και επιχειρήσεις- ακόμα και σε περιόδους οικονομικής κρίσης οδηγεί σε ανακατανομή του εισοδήματος, εις βάρος εκείνων που δεν έχουν δανειστεί ή αποπληρώνουν τις υποχρεώσεις τους κανονικά, νοθεύει τον υγιή ανταγωνισμό, και υπονομεύει τα συναλλακτικά ήθη» ανέφερε χαρακτηριστικά ο κ. Γκόρτσος.
Απαντώντας σε σχετική ερώτηση ο κ. Γκόρτσος επισήμανε ότι τα πιστωτικά ιδρύματα έχουν επωμιστεί μέχρι σήμερα τεράστιο μέρος του πραγματικού προβλήματος των υπερχρεωμένων νοικοκυριών. Όπως είπε, μέχρι το τέλος Δεκεμβρίου 2011 είχαν ρυθμιστεί 690.000 δάνεια, που ξεπερνούσαν τα 29 δισ. ευρώ και παραδέχθηκε ότι «τόσο τα ποσά όσο και ο αριθμός των ρυθμισμένων δανείων έχουν ήδη αυξηθεί εξαιρετικά σημαντικά το πρώτο εξάμηνο του 2012».
Ιδιαίτερη αναφορά έκανε και στο νόμο 3869/2010 για τα υπερχρεωμένα νοικοκυριά, σημειώνοντας ότι μέχρι σήμερα έχουν υποβληθεί δεκάδες χιλιάδες αιτήσεις, έχει εκδικαστεί πολύ μεγάλος αριθμός υποθέσεων και έχουν εκδοθεί σχετικά αποφάσεις Ειρηνοδικείων ανά την Ελλάδα, με τις οποίες ρυθμίζονται οι οφειλές των υπερχρεωμένων οφειλετών, ενώ σε πολλές περιπτώσεις επίσης έχει διαγραφεί ιδιαίτερα σημαντικό μέρος της οφειλής τους με βάση τα πραγματικά περιστατικά της κάθε περίπτωσης.
Αξίζει πάντως να σημειωθεί ότι, οι τράπεζες εξετάζουν το ενδεχόμενο να τροποποιήσουν προς το ευνοϊκότερο τους όρους των ρυθμίσεων, όπως για παράδειγμα είναι οι μεγαλύτερες διάρκειες αποπληρωμής του χρέους, η μείωση των επιτοκίων σε ορισμένες κατηγορίες δανείων κλπ.
Ο γενικός γραμματέας της Ένωσης προσπάθησε να εξηγήσει στην αξιωματική αντιπολίτευση τους λόγους για τους οποίους μία οριζόντια διαγραφή των τραπεζικών δανείων θα επιβαρύνει τους συνεπείς δανειολήπτες, θα μπορούσε να προκαλέσει αστάθεια στο τραπεζικό σύστημα, ενώ το χρέος θα κινδύνευε να καταστεί μη βιώσιμο.
«Οποιαδήποτε περικοπή του τραπεζικού χρέους του ιδιωτικού τομέα -δηλαδή τα δάνεια που έχουν λάβει νοικοκυριά και επιχειρήσεις- ακόμα και σε περιόδους οικονομικής κρίσης οδηγεί σε ανακατανομή του εισοδήματος, εις βάρος εκείνων που δεν έχουν δανειστεί ή αποπληρώνουν τις υποχρεώσεις τους κανονικά, νοθεύει τον υγιή ανταγωνισμό, και υπονομεύει τα συναλλακτικά ήθη» ανέφερε χαρακτηριστικά ο κ. Γκόρτσος.
Απαντώντας σε σχετική ερώτηση ο κ. Γκόρτσος επισήμανε ότι τα πιστωτικά ιδρύματα έχουν επωμιστεί μέχρι σήμερα τεράστιο μέρος του πραγματικού προβλήματος των υπερχρεωμένων νοικοκυριών. Όπως είπε, μέχρι το τέλος Δεκεμβρίου 2011 είχαν ρυθμιστεί 690.000 δάνεια, που ξεπερνούσαν τα 29 δισ. ευρώ και παραδέχθηκε ότι «τόσο τα ποσά όσο και ο αριθμός των ρυθμισμένων δανείων έχουν ήδη αυξηθεί εξαιρετικά σημαντικά το πρώτο εξάμηνο του 2012».
Ιδιαίτερη αναφορά έκανε και στο νόμο 3869/2010 για τα υπερχρεωμένα νοικοκυριά, σημειώνοντας ότι μέχρι σήμερα έχουν υποβληθεί δεκάδες χιλιάδες αιτήσεις, έχει εκδικαστεί πολύ μεγάλος αριθμός υποθέσεων και έχουν εκδοθεί σχετικά αποφάσεις Ειρηνοδικείων ανά την Ελλάδα, με τις οποίες ρυθμίζονται οι οφειλές των υπερχρεωμένων οφειλετών, ενώ σε πολλές περιπτώσεις επίσης έχει διαγραφεί ιδιαίτερα σημαντικό μέρος της οφειλής τους με βάση τα πραγματικά περιστατικά της κάθε περίπτωσης.
Αξίζει πάντως να σημειωθεί ότι, οι τράπεζες εξετάζουν το ενδεχόμενο να τροποποιήσουν προς το ευνοϊκότερο τους όρους των ρυθμίσεων, όπως για παράδειγμα είναι οι μεγαλύτερες διάρκειες αποπληρωμής του χρέους, η μείωση των επιτοκίων σε ορισμένες κατηγορίες δανείων κλπ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου